- κολυμβητῇ
- κολυμβητήςdivermasc dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κολύμβηση — Σύνολο κινήσεων, που επιτρέπει τη μετακίνηση και την επιλογή κατεύθυνσης μέσα στο νερό, τόσο στην επιφάνεια όσο και σε κατάδυση. Με την καθιέρωση ειδικών στιλ η κ. εξελίχθηκε σε αθλητική δραστηριότητα. Η τεχνική της κ. υποδιαιρείται ανάλογα με τα … Dictionary of Greek
κινηματική — Κλάδος της μηχανικής ο οποίος μελετά τις γεωμετρικές ιδιότητες της κίνησης των υλικών σημείων, αλλά και των στερεών σωμάτων. Τα θεμελιώδη μεγέθη της κ. είναι το μήκος και ο χρόνος. Τα υπόλοιπα μεγέθη (ταχύτητα, επιτάχυνση) προκύπτουν από τα… … Dictionary of Greek
κολυμβητικός — ή, ό (AM κολυμβητικός, ή, όν) [κολυμβητής] 1. αυτός που αναφέρεται στον κολυμβητή ή στην κολύμβηση («κολυμβητικοί αγώνες») 2. το θηλ. ως ουσ. η κολυμβητική η τέχνη τής κολύμβησης νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα κολυμβητικά ζωολ. υπόταξη… … Dictionary of Greek
υδροπληξία — η, Ν ιατρ. καρδιοαναπνευστική ανακοπή που προκαλείται από την απότομη βύθιση ενός κολυμβητή σε παγωμένο νερό. [ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο) * + πληξία (< πληκτος < πλήττω), νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. hydrocution] … Dictionary of Greek
Αρχιμήδης — (Συρακούσες 287 – Συρακούσες 212 π.Χ.).Μαθηματικός και φυσικός. Ήταν γιος του αστρονόμου Φειδία και λέγεται ότι υπήρξε μαθητής του Ευκλείδη. Ταξίδεψε στην Αίγυπτο και σπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στις… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
κολυμβητικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κολύμβηση ή στον κολυμβητή: Το καλοκαίρι γίνονται κολυμβητικοί αγώνες. 2. το θηλ., κολυμβητική ως ουσ., σημαίνει την τέχνη του να επιπλέει κανείς στην επιφάνεια του νερού και να κινείται όπου θέλει … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)